15 Δεκεμβρίου 2020

Νίκος Κούνδουρος | Ο Μάνος Χατζιδάκις ήταν ένας `μάγος`. Όλοι οι άλλοι εξαφανιζόμασταν μπροστά του...

Μια ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα συνέντευξη που μου παραχώρησε ένας χαρισματικός άνθρωπος, ο οποίος γεννήθηκε στις 15 Δεκεμβρίου του 1926.-Από τη Μανταλένα Μαρία Διαμαντή
Μια ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα συνέντευξη που μου παραχώρησε ένας χαρισματικός άνθρωπος, ο οποίος γεννήθηκε στις 15 Δεκεμβρίου του 1926.-Από τη Μανταλένα Μαρία Διαμαντή

Τον συνάντησα πριν από αρκετά χρόνια στην οικία του, στο Μετς. Σπούδαζα δημοσιογραφία και ετοίμαζα μια ραδιοφωνική εκπομπή για τον "Κινηματογραφικό Μάνο Χατζιδάκι". Ο αγαπημένος φίλος και συνεργάτης του, ήταν ο πιο κατάλληλος άνθρωπος να μου μιλήσει για εκείνον.

Σπουδαία προσωπικότητα ο Νίκος Κούνδουρος. Ευφυέστατος, διορατικός, προσιτός, φιλικός, με ιδιαίτερη αίσθηση του χιούμορ...

Γεννήθηκε στην Αθήνα αλλά οι γονείς του, από ατελείωτες γενιές Κρητικοί, δεν ανέχονταν να πολιτογραφηθεί σαν Αθηναίος. Για τον λόγο αυτό τον είχαν μεταφέρει νεογέννητο στην Κρήτη, τυλιγμένο σε μία πάνα, ώστε να γραφτεί στα δημοτολόγια του Αγίου Νικολάου της Κρήτης στις 15 Δεκεμβρίου του 1926.

Ήταν γιος του δικηγόρου και πολιτικού Ιωσήφ Κούνδουρου. Σπούδασε ζωγραφική και γλυπτική στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας από την οποία και αποφοίτησε το 1948. Κατά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο είχε ενταχθεί στις τάξεις του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, και μετά τον πόλεμο εξορίστηκε στη Μακρονήσο, λόγω των αριστερών φρονημάτων του.

Με το σύνθετο και πρωτοποριακό έργο Ο Δράκος (1956), ο Νίκος Κούνδουρος καθιερώνεται. Ακολούθησαν "Οι παράνομοι" (1958), «Το ποτάμι» (1959), «Μικρές Αφροδίτες» (1963), «Το πρόσωπο της Μέδουσας» (1967), «Τα τραγούδια της φωτιάς» (1974), «1922» (1978) κ.ά.

Η  ταινία του "Ο Δράκος" χαρακτηρίστηκε ως η καλύτερη ελληνική ταινία στη δεκαετία του 1950-1960.

Εκπροσώπησε τον ελληνικό κινηματογράφο πολλές φορές στο εξωτερικό όπως στο Φεστιβάλ Βενετίας το 1953 και 1956, στο Φεστιβάλ Βερολίνου το 1958, 1963 και 1967.

Tιμήθηκε με το Πρώτο Βραβείο σκηνοθεσίας στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης και Βερολίνου το 1963 για τη ταινία "Μικρές Αφροδίτες" καθώς και για τη ταινία του "Το ποτάμι" στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης το 1959.

Ειδικότερα για τη ταινία "Μικρές Αφροδίτες" τιμήθηκε και με το Βραβείο της Διεθνούς Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου.

Τόσο η ελληνική όσο και η γαλλική και αγγλική τηλεόραση έχουν προβάλει κατ΄ επανάληψη ταινίες του. Σημειώνεται επίσης πως αντίγραφα (κόπιες) πολλών ταινιών του βρίσκονται στο Ευρωπαϊκό Μουσείο Κινηματογράφου, στη Γαλλική Ταινιοθήκη καθώς και στο Μητροπολιτικό (Μητροπόλιταν) Μουσείο της Νέας Υόρκης.

Ξεκινώντας την ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα συζήτησή μας, με ρώτησε γιατί επέλεξα το  "πρόσωπο" του  Μάνου Χατζιδάκι... Του απαντώ...:

"Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, ακούω τη μουσική του. Μαζί της, μάλιστα, έχω συνδέσει αρκετά σημαντικά γεγονότα της ζωής μου. Ο Μάνος Χατζιδάκις, πετυχαίνει με ένα μοναδικό τρόπο να διοχετεύει τόνους συναισθημάτων μιλώντας στην ψυχή. Μέσα από το δικό μου αφιέρωμα "από καρδιάς" για εκείνον, εύχομαι να μπορέσει κάποιος να γνωρίσει τον "Χατζιδάκι", μέσα από τα μάτια του "Μάνου" και εκείνων που τον λάτρεψαν..."

Ο Μάνος Χατζιδάκις έγραψε μουσική για τέσσερις  ταινίες του επιστήθιου φίλου του Νίκου Κούνδουρου: “Μαγική Πόλις” (1955), “Ο δράκος” (1956), “Το Ποτάμι” (1959) για το οποίο κέρδισε Βραβείο Μουσικής στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης και “Για μια μικρή λευκή αχιβάδα”(1947) που ο Μάνος Χατζιδάκις του αφιέρωσε.  

Ακολουθούν όλα όσα μου είπε για εκείνον με πραγματικά ιδιαίτερη συγκίνηση...

Θεωρείτε ότι ήταν σημαντική η συμβολή του Μάνου Χατζιδάκι στον ελληνικό κινηματογράφο;

Ήταν πιο πολύ από σημαντική, ήταν  καθοριστική. Ο Μάνος πέτυχε χωρίς κανέναν κόπο, με φυσικότητα, να επιβάλει τη μουσική -όχι σαν συμπληρωματικό στοιχείο- αλλά σαν κυρίαρχο μέρος μιας κινηματογραφικής ταινίας.

Μπορώ να πω - με κάποια υπερβολή - ότι τα τραγούδια του Μάνου ήταν σημαντικότερα από τις ταινίες που υπηρέτησε. Φυσικά ήταν και βοηθητικά. Αυτός ήταν ο ρόλος του, αλλά ξεπεράσανε τον ρόλο τον περιορισμένο. Κατάφερε να ξεπεράσει τη βοηθητική συμμετοχή του και να επιβάλει τη μουσική σαν κυρίαρχο μέρος  της ελληνικής ταινίας. Κι έτσι γίνανε εθνικά τραγούδια.

Κατά τη γνώμη σας η μουσική που έγραψε για το θέατρο ήταν πιο σημαντική από αυτή που έγραψε για τον κινηματογράφο;

Εντυπωσιακή ερώτηση γιατί τα ποσά είναι ανόμοια και δεν μπορείς να συγκρίνεις όπως λέγαμε στο σχολειό, πορτοκάλια με καρύδια. Η μουσική για τον κινηματογράφο, μοιραία, μπορεί να ενταχθεί σε αυτό που συνηθίζαμε να λέμε, ελαφριά μουσική. Τί σχέση έχει τώρα ο Αριστοφάνης ή ο Ευριπίδης με τη Βουγιουκλάκη; Καμία. Υπηρέτησε με το ίδιο ταλέντο και ικανότητα και τα δύο. Τα δύο ακραία ήδη, η τραγωδία και η κωμωδία γιατί εκεί υπηρέτησε χρόνια και χρόνια και ξεπεράσανε, και σε αυτή την περίπτωση -τη βοηθητική παρουσία της μουσική σε ένα έργο. Δεν είχε καμία σχέση με τα τραγουδάκια που τραγουδούσε η Ζωή Λάσκαρη, η Βουγιουκλάκη, και άλλα πολύ σημαντικά πρόσωπα του ελληνικού κινηματογράφου. Και είχαν αναδειχθεί σε εθνικές ηρωίδες. Λίγο σαχλαμάρες, λίγο επιπόλαιες, λίγο νόστιμες, λίγο χαριτωμένες πραγματικά παίξανε τεράστιο ρόλο στη διαπαιδαγώγηση ενός λαού, ο οποίος ζούσε στα φαντάσματά του.

Ήσασταν στενός φίλος του Μάνου Χατζιδάκι και συνεργάστηκε μαζί σας σε τέσσερις ταινίες σας. Μάλιστα, σας είχε αφιερώσει το έργο του “Για μια μικρή λευκή αχιβάδα”. Πώς ήταν η συνεργασία σας μαζί του;

Όχι τώρα που έχουν περάσει τα χρόνια και τα βλέπω όλα με μια νοσταλγία. Ο Μάνος Χατζιδάκις ήταν ένας “μάγος”.Και μόνο η παρουσία του έβαζε τα πράγματα σε κάποια θέση- που ήταν η θέση του Χατζιδάκι. Όλοι οι άλλοι εξαφανιζόμαστε μπροστά του. Δεν επέβαλε τίποτα, μπορούσε και να σωπαίνει, μπορούσε και να τον έχει πάρει ο ύπνος σε μια αίθουσα που κάναμε πρόβες ή που γράφαμε σε ένα στούντιο μέσα. Ο Χατζιδάκις κουρασμένος μπορεί να κοιμότανε στην ουσία όμως δεν κοιμότανε ποτέ. Η παρουσία του όμως ήταν τόσο έντονηπου επηρέαζε τους ηχολήπτες, τους τραγουδιστές, τους, τους μουσικούς, τους σκηνοθέτες. Τώρα που περάσανε κάποια χρόνια, ο Χατζιδάκις παραμένει μύθος και θα παραμένει για πολλά χρόνια ακόμα. Σε μια κοινωνία που γεννιόταν μέσα από τις στάχτες τις κυριολεκτικά, ο Χατζιδάκις, ο Θεοδωράκης, αυτά τα τέρατα της Ελληνοσύνης, δεν κρίνονται με τα μεγέθη ενός τραγουδιού ή δύο τραγουδιών. Κρίνονται με την αέναη παρουσία τους σε έναν κόσμο που ξαναβαφτίστηκε μέσα στη γοητεία αυτών των λίγων ανθρώπων που έφτιαξαν τον σύγχρονο ελληνικό πολιτισμό -κουτσό, στραβό, ανάποδο, όπως και να είναι, αυτοί τον φτιάξανε. Γεννήθηκε από τον καημό, το ντέρτι και την ικανότητα αυτών των λίγων ανθρώπων.

[img class="img-responsive" src="http://www.klik.gr/uploads_image/2017/02/22/p1b9jimnen17mffrf8sj6pi66p5_900.jpg">

Ο Μάνος Χατζιδάκις έγραψε μουσική και για τον ξένο κινηματογράφο. Συγκριτικά νομίζετε ότι είναι εξίσου σημαντική τόσο στον ελληνικό όσο και στον ξένο;

Όχι, για να πούμε και μιαν αλήθεια, ελληνικά τραγούδια σε ελληνική ταινία με Έλληνα συνθέτη δεν μπορούν να παραβρεθούνε σε επαγγελματική σχέση με τον ξένο κινηματογράφο. Καλός, έξοχος κι εκεί, αλλά κι εκεί σταματάει.