Ήταν τέλη της δεκαετίας του 1940. Τότε, ο συγγραφέας Στρατής Μυριβήλης γράφει για ένα μικρό πιανίστα: «Ανάμεσα στις ευχάριστες εκπλήξεις που με περίμεναν στον Βόλο, ήταν και ένα παιδάκι έξι ή εξίμισι χρονών που ανακάλυψα προικισμένο με το θείο δώρο του ταλέντου. Ο μικρός αυτός με τις ποδίτσες της πρώτης δημοτικού και με τα γκρίζα γελαστά ματάκια του, είναι από τώρα ένας αυτοδίδακτος μικροσκοπικός συνθέτης. Μου έπαιξε στο πιάνο δύο συνθέσεις του που με κατέπληξαν. Τη μια την έλεγε «Οι καμπάνες» και την άλλη «Ο χορός». Πρέπει να δει κανείς τα μικροσκοπικά δαχτυλάκια του να αγωνίζονται να πιάσουν τις θαυμάσιες συγχορδίες που κανείς δεν του δίδαξε, πρέπει να ακούσει τους χρωματισμούς και τα χαριτωμένα ευρήματά του, για να καταλάβει το νόημα του Ευαγγελιστού που είπε: Πνεύμα ο Θεός και όπου θέλει πνει».
Αυτό το χαρισματικό παιδάκι, δεν ήταν άλλο από τον Βαγγέλη Παπαθανασίου... Το 1964, στα 21 του χρόνια γίνεται μέλος των Forminx και το 1967 μαζί με τον Ντέμη Ρούσο, τον Λουκά Σιδερά και τον Αργύρη Κουλούρη δημιουργεί τους Aphrodite’s Child με τους οποίους γίνεται διεθνώς γνωστός. Αργότερα συνεχίζει με σόλο καριέρα διαλέγοντας το όνομα Vangelis, καθώς ήταν ευκολότερο να το προφέρουν οι ξένοι.
Ο Βαγγέλης Παπαθανασίου είναι ο άνθρωπος με την καθοριστική επιρροή στην ανάπτυξη διαφορετικών μουσικών ειδών, ο πρωτεργάτης του ηλεκτρονικού ήχου.
Το 1982, κάνει τους `Ελληνες περήφανους με το Όσκαρ που κέρδισε για τη μουσική στην ταινία Οι Δρόμοι της Φωτιάς. Επένδυσε μουσικά και άλλες κινηματογραφικές ταινίες, ανάμεσά τους: Blade Runner, 1492: Χριστόφορος Κολόμβος, Αλέξανδρος, Ελ Γκρέκο κ.α. Έχει συνεργαστεί με τον Ντέμη Ρούσο, την Ειρήνη Παππά, και τον Γιον Άντερσον.
Ο Βαγγέλης Παπαθανασίου ντύνει μουσικά ολόκληρη την ταινία και ηχογραφεί τη μουσική στο Λονδίνο όπου βρίσκεται το νέο του στούντιο. Ο σπουδαίος συνθέτης, επιχειρεί κάτι αρκετά τολμηρό: να χρησιμοποιήσει μία μουσική «εκτός εποχής». Στην προκειμένη περίπτωση... μία μουσική από synthesizers για μία ταινία που εξελίσσεται τη δεκαετία του 1920.
Ο ίδιος λέει: " Δεν ήθελα να κάνω μία μουσική εποχής. Προσπάθησα να συνθέσω μία μουσική σύγχρονη που να συμβιβάζεται όμως με την εποχή της ταινίας. Δεν ήθελα να γράψω μία μουσική εντελώς ηλεκτρονική."
Ποιoς μπορεί να ξεχάσει εκείνη τη χαρακτηριστική αντήχηση και την εκπληκτική μελωδία του μουσικού θέματος των τίτλων; Καταφέρνει να γίνει παγκοσμίως ένα από τα δημοφιλέστερα κινηματογραφικά κομμάτια όλων των εποχών. Η μουσική χρησιμοποιείται τόσο στην αρχή όσο στο τέλος... Σε εκείνη την ίδια σκηνή όπου οι δρομείς τρέχουν σε μια παραλία σε αργή κίνηση…
Η ταινία του 1981 αφηγήθηκε την ιστορία τριών εξαιρετικών Βρετανών δρομέων στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Παρισιού το 1924. Ήταν η ιστορία που ενέπνευσε τον Βαγγέλη να συνθέσει το soundtrack. "Το σενάριο. Οι χαρακτήρες", λέει, "Η ιστορία αυτών των δρομέων είναι γεμάτη από υπέροχα και βαθιά μηνύματα που πάντα χρειαζόμασταν – μηνύματα που είναι ακόμα πιο απαραίτητα σήμερα."
Θυμάται τα διλήμματα του Eric Liddell, του Σκωτσέζου αθλητή που δεν έτρεχε την Κυριακή επειδή αυτό ήταν αντίθετο με τις χριστιανικές του πεποιθήσεις. Ο Λόρδος Lindsey, ο οποίος ανιδιοτελώς έδωσε στον Liddell τη θέση του για να μπορέσει ο Σκωτσέζος να αγωνιστεί στους Ολυμπιακούς Αγώνες. Harold Abrahams, ο Εβραίος δρομέας που εξοστρακίστηκε από το κατεστημένο. Όλοι ήταν άνδρες που δεν συμβιβάζονταν με τις αξίες τους, ανεξάρτητα από το κόστος.
«Αν αναζητάς την αλήθεια πρέπει να είσαι θαρραλέος», λέει ο Βαγγέλης. "Η βασική μου έμπνευση ήταν η ίδια η ιστορία. Τα υπόλοιπα τα έκανα ενστικτωδώς, χωρίς να σκέφτομαι τίποτα άλλο, εκτός από το να εκφράσω τα συναισθήματά μου με τα τεχνολογικά μέσα που είχα τότε."
Αυτή ήταν μια άδεια που του δόθηκε από τον Hudson, έναν μακροχρόνιο φίλο και συνεργάτη. Ήταν μια τολμηρή ιδέα για τον σκηνοθέτη να χρησιμοποιήσει σύγχρονη μουσική για μια ταινία εποχής. («Δεν ήθελα να είναι μια ταινία κληρονομιάς», είπε ο Hudson στον Observer). Αποδείχτηκε ότι ήταν η τέλεια απόφαση, η στιχουργική συνοδεία του Βαγγέλη προσέφερε στο παραμύθι μια ανερχόμενη, διαχρονική ποιότητα.
Ο πρώτος τίτλος του μουσικού θέματος ήταν «Titles» και με αυτόν κάνει ντεμπούτο το Δεκέμβριο του 1981 στο Νο 94 του Billboard Hot 100. Στις 30 Ιανουαρίου 1982, ανεβαίνει στο Νο 68 έχοντας νέο τίτλο : «Chariots Of Fire». Aυτό συμβαίνει για να προσδιορίσουν καλύτερα την ταυτότητα του μουσικού θέματος οι ραδιοφωνικοί παραγωγοί και οι ακροατές.
Το μουσικό αυτό θέμα συνεχίζει να ανεβαίνει έως τις 8 Μαΐου που κερδίζει την 1η θέση των charts των Η.Π.Α. για μία εβδομάδα. Μέχρι σήμερα, είναι το μοναδικό δημιούργημα που ανέβηκε στην κορυφή των αμερικάνικων charts από Έλληνα καλλιτέχνη.
Το βίντεοκλιπ του «Chariots Of Fire» βλέπουμε τον Βαγγέλη Παπαθανασίου να παίζει τη μουσική σε ένα ακουστικό πιάνο μπροστά σε προβολή της ταινίας.Το 1982 έρχεται η κορυφαία διάκριση καθώς η ταινία «Οι Δρόμοι της Φωτιάς» είναι υποψήφια για 7 βραβεία Oscar. Αποσπά τα τέσσερα, ανάμεσα σε εκείνα είναι της Καλύτερης Ταινίας και της Καλύτερης Μουσικής.
Ο Βαγγέλης Παπαθανασίου κερδίζει το Oscar μουσικής, το οποίο όμως δεν πηγαίνει να παραλάβει... «Κοιμόμουν τη στιγμή της βράβευσης, το έμαθα την άλλη μέρα το πρωί», σχολίασε. Από τότε, αυτό το μουσικό θέμα ακούγεται σε κάθε Ολυμπιάδα...
Ωστόσο, υπήρξαν και προβλήματα καθώς ο διεθνούς φήμης συνθέτης δέχθηκε μήνυση από τον εθνικής φήμης Σταύρο Λογαρίδη. Ο δεύτερος ισχυρίστηκε ότι η μουσική του «Chariots Of Fire» ήταν κλεμμένη από τη μουσική που έγραψε ο Λογαρίδης για την ταινία «Μενεξεδένια Πολιτεία». Το Φεβρουάριο του 1987, ο Βαγγέλης Παπαθανασίου απαλλάσεται από την κατηγορία σε δικαστήριο στο Λονδίνο. Πριν όμως από αυτό, προηγήθηκε μια κίνησή του... Ενώπιων των δικαστών, φέρνει τα μηχανήματά του και καταδεικνύει το αυτοσχεδιαστικό ύφος της σύνθεσης και κάνοντας επίδειξη του τρόπου με τον οποίο συνθέτει μουσική.
Ο Βαγγέλης έχει συνθέσει 15 soundtrack ταινιών συνολικά, συμπεριλαμβανομένου του Blade Runner, 1492: Conquest of Paradise του Oliver Stone AlexanderΕκτός από ταινίες και προσωπικές συνθέσεις, δημιούργησε τη μουσική για το μπαλέτο Frankenstein και με τα χρόνια έχει κυκλοφορήσει όχι λιγότερο από 41 άλμπουμ.
Ο Βαγγέλης Παπαθανασίου έχει πει ότι: “Υπάρχουν περιπτώσεις που μια ταινία μπορεί να σταθεί μόνη της χωρίς μουσική. Αλλά αν χρησιμοποιείται μουσική, είναι καλύτερα να αγγίξει την ψυχή και να δημιουργήσει συναισθήματα που η υπόλοιπη ταινία δεν μπορεί να κάνει. Η μουσική πρέπει να συνεχίζει τα συναισθήματα εκεί που τελειώνουν τα λόγια. Δυστυχώς οι περισσότερες ταινίες είναι πλημμυρισμένες από μουσική, λόγω των μέτριων σεναρίων και της έλλειψης ταλέντου των παραγωγών και των σκηνοθετών.”